<$BlogRSDUrl$>

20.4.04

ΣΧΕΔΟΝ ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ. ( I ) 

Στον Θ.Κ. που του αρέσει ο Σωτήρης Δημητρίου


Μια κλεμμένη ιστορία, διαμορφωμένη δια της κοπτοραπτικής.

Τα ίχνη του πατέρα μου χάνονται κάπου στο Ισραήλ. Εξαφανίστηκε, μετά το 1941. Μπορεί να τον πήραν οι Γερμανοί και να τον σκοτώσανε. Μπήκα στο βρεφοκομείο με το όνομα Δαβίδ. Αργότερα, όταν μεγάλωσα και ζήτησα εξηγήσεις από τη γραμματεία, μου είπανε : «εκείνο το όνομα που υπήρχε στα χαρτιά δεν ήταν το αληθινό σου. Γι’ αυτό σε ξαναβαφτίσαμε». Η γραμματεία του βρεφοκομείου κρατάει αρχείο- αλλά δε σου λέει τίποτα. Γιατί μπορεί εσύ –με τα στοιχεία που θα σου δώσουν- να πας να σκοτώσεις άνθρωπο επειδή σε παράτησε στο βρεφοκομείο. Εγώ τη μάνα μου θα την κρέμαγα. Δημόσια. Έτσι χωρίς να έχω καμία κακία. Χωρίς μίσος. Έμεινα εκεί μέσα μέχρι τα επτά μου. Το μόνο που θυμάμαι είναι οι ατέλειωτες τιμωρίες που μου βάζανε, χωρίς να ξέρω τι έχω κάνει. Υπήρχε ένα καμαράκι- τώρα το γκρεμίσανε- και είχαν βάλει μέσα κει ένα μεγάλο μάρμαρο και τοποθετούσαν πάνω του τα πεθαμένα παιδάκια. Γυμνά. Γιατί τους παίρνανε τα ρούχα και τα μοιράζανε στα υπόλοιπα. Όταν έκανα κάποια σκανταλιά- να με κρεμάσεις, δε θυμάμαι τι- με βάζανε γυμνό, εκεί μέσα, όλη νύχτα. Αλλά εγώ δεν ήξερα ότι αυτά τα παιδάκια είναι πεθαμένα. Δεν καταλάβαινα ότι υπάρχει ζωή και θάνατος. Σου λέει : « Θα τρομάξει και θα σταματήσει τις φασαρίες ». Αν ήξερα τον θάνατο, μπορεί και να ‘ταν άγριο για μένα. Αλλά εγώ πέρναγα ωραία τη νυχτούλα μου. Κοιμόμουνα.

(αύριον η συνέχεια)



buzz it!

 

Comments: Δημοσίευση σχολίου

This page is powered by Blogger. Isn't yours?