<$BlogRSDUrl$>

7.11.05

Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαί σου, διάβαζε πολύ. 

Ή "Mai Escota Me Que Siau Pas Un Colhon
Te Parli Ame Sapienca , Te Parli Ame Rason"

Για τον Τζέυ και τον Γιώργο.



Γύρω στα 1990 βρέθηκα στο Παρίσι (είχα έρθει από την Γκρενόμπλ) για τέσσερις μέρες. Με φιλοξενούσαν κάτι φίλοι φίλων, φοιτητές. Περπατούσα απ’ το πρωί στις εννιά μέχρι τις δώδεκα το βράδυ (ή ήταν μία; δεν θυμάμαι) που έκλεινε το μετρό. Κάθε επιμέρους περίπατος κατέληγε στο κέντρο Πομπιντού και στο μουσείο μοντέρνας τέχνης κι από εκεί ξεκινούσε ο επόμενος. Την πόλη αυτή, θέλω να πω το κέντρο της, την ερωτεύτηκα. Συν τις άλλοις, στάθηκα τυχερός: συνάντησα μόνο ευγενείς ανθρώπους. Ακόμα κι εκείνη τη φορά που φοβήθηκα, φοβήθηκα αδίκως. Περπατούσα προς την πλησιέστερη στάση, να πάρω το τελευταίο μετρό. Ψιλόβρεχε και φυσούσε. Έτρεμα μήπως μια ξαφνική ριπή αέρα, καταστρέψει την ομπρέλα που με προστάτευε απ το νερό. Είχα βλέπεις μπόλικο περπάτημα μπροστά μου. Ξαφνικά (ξαφνικά!) νοιώθω να με πιάνει κάποιος σφιχτά αγκαζέ. Γυρίζω· ήταν ένας μαύρος. Για τα μέτρα μου, έμοιαζε τεράστιος. Ένοιωσα το κάτουρο να μου φουσκώνει την ουρήθρα, αμέσως όμως, με αστραφτερό χαμόγελο, μου εξήγησε: Φίλε, έχω φορέσει ένα άρωμα 500 φράγκων για να βγω με την κοπέλα μου· και το ξεπλένει η βροχή· για μην πάει χαμένο το ραντεβού, βάλε με σε παρακαλώ κάτω απ την ομπρέλα σου· μέχρι το πλησιέστερο καφέ...Ουφ. Μπορούσες όμως να δεις από τότε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Στα πιο απίθανα σημεία της πόλης, έβλεπες αστυνομικούς, που μου φαινόταν παιδαρέλια δεκαπέντε χρονών, ντυμένους στα μαύρα, ζωσμένους φυσεκλίκια, καμιά φορά με τεράστια σκυλιά, να περιπολούν. Δεν μου προξενούσαν φόβο, αλλά ένα έντονο αίσθημα άγχους. Λες και κάτι αόρατο απειλούσε την πόλη. Τότε δεν μπορούσα να φανταστώ τις άλλες, τις σκοτεινές πόλεις που είχαν αρχίσει να παγιώνονται, προϊόντα μιας κοινωνικής πολιτικής χωρίς ψυχή, γύρω-γύρω.
*
Φυσικά αγόρασα δίσκους. Είχα αφήσει στο Χαλάνδρι να περιμένει το καινούργιο CD player. Τα κατατόπια δεν τα ήξερα (μόνο κάτι τρύπες με καλά κόμικς είχα ανακαλύψει) οπότε, αναγκαστικά, ψώνιζα από το FNAC. Είχε κυκλοφορήσει τότε ο πρώτος δίσκος των Madredeus και το πολυκατάστημα τον προωθούσε. Τον αγόρασα. Ακούγοντας τον στο σπίτι, φρίκαρα. Καλοί είναι, σκέφτηκα, αλλά αφού στην Ελλάδα έχω τον Χατζιδάκη, τι στο διάολο θέλω κι αυτούς τους Πορτογάλους· πρέπει επειγόντως να βρω κάτι πιο πρωτότυπο, κάτι γαλλικό· δεν είμαστε τώρα για περιττά πράματα. Θα μπορούσα να κρατήσω τον δίσκο και να αγοράσω επί πλέον αυτό που ήθελα. Λεφτά όμως δεν υπήρχαν, τα είχα φάει σε κόμικς. Γύρισα λοιπόν τον δίσκο στο FNAC και, εξηγώντας την κατάσταση με τα γαλλικούλια μου, παρακαλούσα με τις ώρες την υπεύθυνη του τμήματος (ωραίο κορίτσι) να πάρει πίσω τον ανοιγμένο δίσκο και να μ’ αφήσει να πάρω έναν άλλο. Όπως σου είπα, στο Παρίσι στάθηκα τυχερός: όσοι συνάντησα ήταν ευγενείς άνθρωποι. Δέχτηκε τελικά και φαντάζομαι ότι θα αποκόμισε την χειρότερη ιδέα για τους φτωχομπινέδες Έλληνες. Ο δίσκος που πήρα ήταν των Massilia Sound System. Κυκλοφορούσε τότε ένα τραγουδάκι τους στο ραδιόφωνο κι έτσι είχα μάθει κι εγώ την ύπαρξη τους.
*
Massilia Sound System. Οι ίδιοι λένε, και πείθουν, ότι εμπνεύστηκαν από τους DJ και το rub-a-dub. Δεν συγκρίνονται· οι Τζαμαϊκανοί είναι απείρως ανώτεροι αισθητικά. Αν με πίεζες να χαρακτηρίσω τα τραγούδια τους, θα τα έλεγα παιδικά. Όμως οι Massilia ήταν γοητευτικοί. Τω καιρώ εκείνω είχα κολλήσει. Χρησιμοποιούσαν τα απλούστερα και φθηνότερα μηχανήματα παραγωγής ρυθμού. Ο ήχος τους ήταν ανεπεξέργαστος. Το συγκρότημα, όπως είθισται, έκανε πολιτική. Πολιτική χωρίς όπλα: «mon arme c’est ma bouche, cannon 12 millimetres». Τραγουδούσαν τόσο στην διάλεκτο της νότιας Γαλλίας (τα οκσιτάνικα ή langue d’ oc – η Γαλλία γλωσσικά είναι χωρισμένη σε δύο κομμάτια ανάλογα με το πώς προφέρεται η λέξη «ναι»: την langue d’ oc στον νότο και την langue d’ oui στον βορρά) όσο και στα γαλλικά.

«Ragamuffin, local est international», πιστεύουν και με βρίσκουν κάτι παραπάνω από σύμφωνο . Ζητούν, με πολύ χιούμορ, την αυτονομία του νότου από την κεντρική εξουσία, αναδεικνύοντας έτσι τόσο την δική τους, ντόπια, κουλτούρα, όσο και τις ανεπάρκειες της κεντρικής εξουσίας. Ανήκουν μάλιστα σ’ ένα (επινοημένο;) τοπικό αυτονομιστικό κόμμα, το PIIM (Parti Intependendiste Internationaliste Marseillais). Απαιτούν un nouveaux lyrisme, une originalite. Συμμετέχουν σ’ ένα δίκτυο συγκροτημάτων, με ανάλογες ιδέες, που καλύπτει όλη την νότια Γαλλία. Θεωρούν τους εαυτούς τους συνεχιστές των τροβαδούρων. Μ’ αρέσουν γιατί, εκτός από τον ήχο τους, επιφυλάσσουν στον ακροατή ξαφνικά πυροτεχνήματα γλύκας. Σ’ ένα κομμάτι, λογοπαίγνιο με τις λέξεις mechant και violent, κάτι ανάλογο με τα δικά μας «φοβερός» και «τρομερός», τραγουδούν:
«manger l’ aioli (aioli= αϊολί, σκορδαλιά), le Vendredi, en famille, c’est violent/
Regarder au font des yeux de son enfant, c’est mechant/
embrasser tendrement sa maman, en la serrant, c’est violent»
.

Ενθουσιάστηκα μ’ αυτούς τους στίχους...Και το ότι τους συνάντησα σ’ ένα κομμάτι (έστω δήθεν) «rub-a-dub» τους κάνει να μου φαίνονται ακόμα καλύτεροι. Επι πλέον, κάθε τι που αφορά την καθημερινή ζωή τους ενδιαφέρει: οι δημόσιες συγκοινωνίες, ας πούμε, πρέπει να λειτουργούν ως αργά το βράδυ· η θάλασσα της Μασσαλίας είναι υπέροχα γαλάζια και η ακτή της χρειάζεται ήπια ανάπτυξη· υμνούν τα πανέμορφα τα κορίτσια της πόλης με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τους (τα ψηλοτάκουνα στη Μασσαλία τα λένε pilotis, όπως τις πιλοτές των δικών μας πολυκατοικιών). Το κυριότερο όμως είναι η άποψη τους (παρούσα σε κάθε τραγούδι) ότι ο αγώνας πρέπει να γίνεται μές τη χαρά, να είναι μια αφορμή γιορτής (και χορού) των απόκληρων. Τέλος θεωρούν ότι το συγκρότημα είναι inderdit aux cono (cono= ηλίθιοι). Και στο τραγούδι, μεταξύ των cono είναι και κάποιοι ράππερ (κάτι μου λέει ότι αναφερόταν σους I.A.M., τοπικό γκρουπ ραπ που διανέμεται από την ίδια εταιρία, αλλά δεν είμαι σίγουρος).

Χμμμ...ανάμεσα στους φωτεινούς αγωνιστές του νότου και τους σκοτεινούς A.M.E.R. (όνομα και πράμα), ή άλλους σκοτεινότερους, του βορρά (που δεν αρνούμαι ότι είναι εν δυνάμει καλλιτέχνες) έχω κάνει την επιλογή μου δεκαπέντε χρόνια τώρα.

*
Αναρωτιέμαι αν το μίσος και η βία είναι η μόνη δυνατή άμυνα των καταπιεσμένων. Δεν νομίζω. Ως γραμμή επιβίωσης πάντως, για τις δύσκολες ώρες, θα πρότεινα τη συμβουλή των έγκλειστων κομμουνιστών πριν τον πόλεμο (που όσο τη σκέφτομαι, τόσο σοφότερη μου φαίνεται): «αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου, διάβαζε πολύ» και, όποτε μπορείς, να γιορτάζεις θα πρόσθετα σήμερα.
*

buzz it!

 

Comments:
Αναρωτιέμαι αν το μίσος και η βία είναι η μόνη δυνατή άμυνα των καταπιεσμένων.

Μάλλον οι εξεγέρσεις είναι καταστροφικές γιορτές συμβολικής αντίστασης των καταπιεσμένων;
 
Αναρωτιέμαι αν το μίσος και η βία είναι η μόνη δυνατή άμυνα των καταπιεσμένων.

Δεν είναι άμυνα, είναι επίθεση.
 
Λουλούδια
σου στέλνω
απ' τη λαϊκή
και σφαίρες
απ' την Κρήτη
 
Πολυ φοβαμαι, οτι οσο η προσβαση στη μορφωση θα τους ειναι απαγορευμενη, το μισος και η βια θα ειναι η μονη μορφη αντιδρασης.
 
Εϊ, να μην υπονοηθεί ότι θεωρώ δικαιολογημένη τη βία. Αλλά στη θέση τους μάλλον τα ίδια θα έκανα.

Θέλω να πω, άλλο είναι να μην έχεις καλά λεωφορεία ή θεωρείς πως τα τοπικά φαγητά δεν έχουν τη θέση που τους αξίζει και άλλο να σε αντιμετωπίζει μια ολόκληρη κοινωνία σαν το σκατό. Ε κάποια στιγμή τα παίρνεις.

Παραφράζοντας McManus, "δεν υπάρχει παρθενογένεση στη βία".

Πολύ ωραία τα τραγουδάκια, θύμησέ μου όποτε θες να σου στείλω Babylon Circus αν δεν τους έχεις υπόψη σου. Το e-mail μου υπάρχει στο feed μου.
 
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
 
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
 
Δεν έχεις δίκιο Τζέυ. Για ποια κοινωνία μιλάς; Εδώ μιλάμε για κάψιμο σχεδόν αποκλειστικά των αυτοκινήτων φτωχών ανθρώπων, των δικών τους ανθρώπων. Για εμπρησμούς παιδικών σταθμών και σχολείων που πηγαίνουν τα παιδιά των φτωχών γειτόνων τους. [...] Η ευρύτερη γαλλική κοινωνία, απ όσο μπορώ να καταλάβω, παρακολουθεί άναυδη, χωρίς να υφίσταται καμία απολύτως συνέπεια. Μέχρι τώρα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο πρώτος πολιτικός που θα το εκμεταλλευτεί καταλλήλως θα πάρει πολλές ψήφους. Και απ ό,τι φαίνεται αυτός θα είναι ο Σαρκοζύ. Ας ελπίσουμε, γιατί δεν αποκλείεται να είναι ο Λεπέν. Δεν ξέρω. Δεν είμαι σε θέση να τα παρακολουθήσω πολύ προσεκτικά. Λέω ότι αυτό το κύμα βίας, είναι ο Λιακό των κυμάτων βίας.
*
Πλάκα-πλάκα, αναρωτιέμαι, τι λένε οι γονείς στο παιδί τους; "Πήγαινε γιε μου να κάψεις το σχολείο της αδελφούλας σου και αν προλάβεις κάψε και το αυτοκίνητο του θείου σου";.
*
Σημειώνω την απουσία κοριτσιών από τις φασαρίες. Είτε τα κορίτσια είναι υπό έλεγχο ή δεν τις "αντιμετωπίζει μια ολόκληρη κοινωνία σαν το σκατό".
*
Μυρίζει κάτι σάπιο σ' αυτήν την ιστορία, αλλά δεν ξέρω από πού έρχεται η μυρωδιά.
 
Πολύ όμορφο ποστ - thanks για τις μουσικές. Για την ουσία του επιχειρήματος δεν ξέρω. Στο βαθμό που αυτό το πράγμα είναι αντίσταση, νιώθω λίγο άβολα με την είσοδο του αισθητικού κριτηρίου στην κουβέντα.
 
Δημοσίευση σχολίου

This page is powered by Blogger. Isn't yours?