5.3.08
1232
ή πώς το You Tube γίνεται πολύτιμος σύντροφος όταν διαβάζεις.
1231
*
1958-63 στη Βραζιλία έγινε χαμός στο ίσιωμα: Παράλληλα σχεδόν με το ροκ εντ ρολ η μπόσα νόβα. Η αρχή έγινε με το Chega de Saudade, μουσική: Antonio Carlos Jobim (γνωστός και ως Tom Jobim), στίχοι: Vinícius de Moraes. Πρώτη ερμηνεύτρια: Elizete Cardoso. Kαι λίγο αργότερα ο João Gilberto Prado Pereira de Oliveira, γνωστός και ως João Gilberto. Δυσκολεύομαι να συλλάβω πώς ακουγόταν η μπόσα νόβα σε παρθένα αυτιά.
*
Chega de Saudade -1980 μάλλον- João Gilberto και η κόρη του Bebel Gilberto.
14 χρονών τότε η Bebel ("is this kiddie porn?" σχολιάζει ένας σύγχρονος κακοήθης). Λίγα χρόνια αργότερα θα μεγάλωνε, όπως ήταν αναμενόμενο...
*
σελ. 48-49. Caetano Veloso, "BRASIL, μια ιστορία μουσικής και επανάστασης". Εκδόσεις Ηλέκτρα. Μετάφραση: Λεωνίδας Αντωνόπουλος. Επιμέλεια: Αλέξης Καλοφωλιάς.
Διαβάζουμε συχνά στον αμερικάνικο και τον ευρωπαϊκό τύπο ότι η πρωταρχική, η θεμελιώδης “κίνηση” της μπόσα νόβα ήταν ότι πήρε τη σάμπα από τους δρόμους, της αφαίρεσε τη χορευτική της λειτουργία και τη μετέτρεψε σε ένα ποπ ιδίωμα έτοιμο προς κατανάλωση από την αστικοποιημένη νεολαία της μεσαίας τάξης. [...] το 1988 ο Τζούλιαν Ντίμπελ [...] έγραψε μια κριτική στη Village Voice, στην οποία προσπάθησε να δώσει στον Αμερικανό αναγνώστη μια ιδέα της επαναστατικής διάστασης που κατέχει η μπόσα νόβα στο μουσικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της Βραζιλίας. Στο άρθρο αυτό χαρακτηρίζει τον Ζοάο Ζιλμπέρτο “Έλβις της Βραζιλίας” [Χα χα]. Για έναν Βραζιλιάνο, αυτή η σύγκριση, διατυπωμένη περισσότερο ως αστείο, γίνεται αντιληπτή ως υπαινιγμός που φέρνει στο προσκήνιο τις σχεδόν διαμετρικά αντίθετες αφετηρίες της μπόσα νόβα και του ροκ: η μπόσα νόβα αναβίωσε τη σάμπα, αναδεικνύοντας τα πλέον εκλεπτυσμένα στοιχεία της, τα οποία είχαν επηρεαστεί από τα αμερικάνικα τραγούδια υψηλής ποιότητας της δεκαετίας του 30 και από την cool jazz της δεκαετίας του 50 –αντίθετα το ροκ αντιπροσώπευε την απόρριψη κάθε εκζήτησης και συνεχίζει να το αποδεικνύει αυτό κάθε φορά που αναζητά τη δική του επαναδιαβεβαίωση, επιστρέφοντας σε αυτό που ήταν στο ξεκίνημα του, ένα άκρως εμπορικό και πρωτόγονο είδος μουσικής [χμ, δεν είμαι σίγουρος ότι εδώ η μετάφραση είναι σωστή... Το εμπορικό θα μπορούσε να είναι δημοφιλές και το πρωτόγονο, τραχύ]. Ενώ το ροκ στηριζόταν στην υπεραπλούστευση, αποκηρύσσοντας τη φινέτσα και τη λεπτομέρεια [...] στον Ζοάο Ζιλμπέρτο μπορούσε κανείς να διακρίνει μια σχεδόν αντίθετη φορά, τη συνέχιση περισσότερο, παρά την αποσιώπηση της μουσικής ιστορίας: μέσω αυτού, ήρθε στο φως η μακρά παράδοση της στιλιστικής εκλέπτυνσης που ήταν η σάμπα, ένα μουσικό είδος που από τις αρχές του εικοστού αιώνα κράτησε αποστάσεις από τον ρυθμό των τυμπάνων στα candomble terreiro της Μπαΐας. Με τον ίδιο τρόπο είχε ήδη απομακρυνθεί από τη samba de partido alto των φτωχογειτονιών του Ρίο, όπου τα μπλοκ του καρναβαλιού μετατρεπόταν σταδιακά σε Φολί Μπερζέρ του δρόμου, όπως έχουν γίνει πλέον οι escolas de samba (γεγονός διόλου υποτιμητικό για τα συγκροτήματα των κρουστών –τα baterias [...])
*
*
1231
*
1958-63 στη Βραζιλία έγινε χαμός στο ίσιωμα: Παράλληλα σχεδόν με το ροκ εντ ρολ η μπόσα νόβα. Η αρχή έγινε με το Chega de Saudade, μουσική: Antonio Carlos Jobim (γνωστός και ως Tom Jobim), στίχοι: Vinícius de Moraes. Πρώτη ερμηνεύτρια: Elizete Cardoso. Kαι λίγο αργότερα ο João Gilberto Prado Pereira de Oliveira, γνωστός και ως João Gilberto. Δυσκολεύομαι να συλλάβω πώς ακουγόταν η μπόσα νόβα σε παρθένα αυτιά.
*
Chega de Saudade -1980 μάλλον- João Gilberto και η κόρη του Bebel Gilberto.
14 χρονών τότε η Bebel ("is this kiddie porn?" σχολιάζει ένας σύγχρονος κακοήθης). Λίγα χρόνια αργότερα θα μεγάλωνε, όπως ήταν αναμενόμενο...
*
σελ. 48-49. Caetano Veloso, "BRASIL, μια ιστορία μουσικής και επανάστασης". Εκδόσεις Ηλέκτρα. Μετάφραση: Λεωνίδας Αντωνόπουλος. Επιμέλεια: Αλέξης Καλοφωλιάς.
Διαβάζουμε συχνά στον αμερικάνικο και τον ευρωπαϊκό τύπο ότι η πρωταρχική, η θεμελιώδης “κίνηση” της μπόσα νόβα ήταν ότι πήρε τη σάμπα από τους δρόμους, της αφαίρεσε τη χορευτική της λειτουργία και τη μετέτρεψε σε ένα ποπ ιδίωμα έτοιμο προς κατανάλωση από την αστικοποιημένη νεολαία της μεσαίας τάξης. [...] το 1988 ο Τζούλιαν Ντίμπελ [...] έγραψε μια κριτική στη Village Voice, στην οποία προσπάθησε να δώσει στον Αμερικανό αναγνώστη μια ιδέα της επαναστατικής διάστασης που κατέχει η μπόσα νόβα στο μουσικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της Βραζιλίας. Στο άρθρο αυτό χαρακτηρίζει τον Ζοάο Ζιλμπέρτο “Έλβις της Βραζιλίας” [Χα χα]. Για έναν Βραζιλιάνο, αυτή η σύγκριση, διατυπωμένη περισσότερο ως αστείο, γίνεται αντιληπτή ως υπαινιγμός που φέρνει στο προσκήνιο τις σχεδόν διαμετρικά αντίθετες αφετηρίες της μπόσα νόβα και του ροκ: η μπόσα νόβα αναβίωσε τη σάμπα, αναδεικνύοντας τα πλέον εκλεπτυσμένα στοιχεία της, τα οποία είχαν επηρεαστεί από τα αμερικάνικα τραγούδια υψηλής ποιότητας της δεκαετίας του 30 και από την cool jazz της δεκαετίας του 50 –αντίθετα το ροκ αντιπροσώπευε την απόρριψη κάθε εκζήτησης και συνεχίζει να το αποδεικνύει αυτό κάθε φορά που αναζητά τη δική του επαναδιαβεβαίωση, επιστρέφοντας σε αυτό που ήταν στο ξεκίνημα του, ένα άκρως εμπορικό και πρωτόγονο είδος μουσικής [χμ, δεν είμαι σίγουρος ότι εδώ η μετάφραση είναι σωστή... Το εμπορικό θα μπορούσε να είναι δημοφιλές και το πρωτόγονο, τραχύ]. Ενώ το ροκ στηριζόταν στην υπεραπλούστευση, αποκηρύσσοντας τη φινέτσα και τη λεπτομέρεια [...] στον Ζοάο Ζιλμπέρτο μπορούσε κανείς να διακρίνει μια σχεδόν αντίθετη φορά, τη συνέχιση περισσότερο, παρά την αποσιώπηση της μουσικής ιστορίας: μέσω αυτού, ήρθε στο φως η μακρά παράδοση της στιλιστικής εκλέπτυνσης που ήταν η σάμπα, ένα μουσικό είδος που από τις αρχές του εικοστού αιώνα κράτησε αποστάσεις από τον ρυθμό των τυμπάνων στα candomble terreiro της Μπαΐας. Με τον ίδιο τρόπο είχε ήδη απομακρυνθεί από τη samba de partido alto των φτωχογειτονιών του Ρίο, όπου τα μπλοκ του καρναβαλιού μετατρεπόταν σταδιακά σε Φολί Μπερζέρ του δρόμου, όπως έχουν γίνει πλέον οι escolas de samba (γεγονός διόλου υποτιμητικό για τα συγκροτήματα των κρουστών –τα baterias [...])
*
*
Comments:
Δημοσίευση σχολίου