28.5.06
κρεβατομουρμούρα.
Μερικά κείμενα (τα περισσότερα -κυρίως όμως αυτά που έχω γράψει εγώ) με κάνουν και χασμουριέμαι με το που θα διαβάσω τις δυο πρώτες αράδες. Άλλα πάλι μου προκαλούν σωματική σχεδόν αποστροφή, ένα ενοχλητικό αίσθημα ναυτίας. Προσπαθώ να τα αποφεύγω. Υπάρχουν κι εκείνα που τα διαβάζω ευχάριστα, για να τα ξεχάσω αμέσως, και τα άλλα που επιμένουν χαρούμενα, χωρίς, τις περισσότερες φορές, να ξέρω γιατί. Τέλος υπάρχουν κείμενα με τα οποία διαλέγομαι. Ένα εσωτερικό μουρμουρητό που δεν λέει να μ’ αφήσει σε ησυχία. Καμιά φορά γίνεται ενοχλητικό.
Περιγράφω τώρα, έτσι; Οι διαθέσεις μου δεν λένε απολύτως τίποτα ούτε για την αξία, ούτε για την πρωτοτυπία των κειμένων. Να ένα μικρό απόσπασμα από κείμενο - έναυσμα εσωτερικού διαλόγου. Εγώ μια χαρά πέρασα αντιγράφοντάς το· αν δε βαριέσαι διάβασέ το κι εσύ:
«Η σημερινή ψυχοπνευματική εξαθλίωση του ελληνικού λαού στο σύνολο του δεν νοείται ωστόσο εδώ με τη στενή σημασία των διαφόρων ηθικολόγων, παρά πρωταρχικά ως μέγεθος πολιτικό: έγκειται στην επίμονη και ιδιοτελή παραγνώριση της αδήριτης σχέσης που υφίσταται ανάμεσα σε απόδοση και απόλαυση, και κατ’ επέκταση στην αδιαφορία απέναντι στην υπονόμευση του εθνικού μέλλοντος, εξ αιτίας απολαύσεων μη καλυπτομένων από αντίστοιχη απόδοση. Ως ελαφρυντικό πρέπει ίσως να θεωρήσει κανείς ότι οι πλείστοι Έλληνες δεν γνωρίζουν καν τι σημαίνει «απόδοση» με τη σύγχρονη έννοια και συχνά πιστεύουν ότι αποδίδουν μόνο και μόνο επειδή ιδρωκοπούν, φωνασκούν και τρέχουν από το πρωί ως το βράδυ. Όμως αυτό ελάχιστα μεταβάλλει το πρακτικό αποτέλεσμα. Η δυσαρμονία απόλαυσης και απόδοσης ήταν ανεκτή όσο η απόλαυση ήταν γλίσχρα [λιγοστή, ανεπαρκής] και όσο η απόδοση δεν μετριόταν πάντα με τα μέτρα των προηγμένων ανταγωνιστικών οικονομιών. Αλλά στις τελευταίες δεκαετίες μεταστράφηκαν και οι δύο αυτοί όροι: τα οικονομικά σύνορα έπεσαν, τουλάχιστον σ’ ό,τι αφορά το μέτρο της απόδοσης, εφ’ όσον δεν είναι δυνατό να αποτιμώνται με άλλο μέτρο απόδοσης τα (συνεχώς αυξανόμενα) εισαγόμενα και με άλλο τα εξαγόμενα, κι επομένως όποιος θέλει να εισαγάγει χωρίς να ξεπουληθεί πρέπει να εξαγάγει ίση απόδοση· οι αντιλήψεις για το τι σημαίνει απόλαυση προσανατολίσθηκαν, πάλι, μαζικά στα πρότυπα των προηγμένων καταναλωτικών κοινωνιών, έτσι ώστε η απόσταση απ’ αυτά να γίνεται από τους πλείστους αισθητή ως στέρηση. Έτσι η διάσταση ανάμεσα σε απόλαυση και απόδοση έγινε εκρηκτική, με αποτέλεσμα τον τελευταίο καιρό να ξαναγίνουν επίκαιρες ορισμένες στοιχειώδεις οικονομικές αλήθειες που η Ελλάδα νόμιζε ότι τις είχε ξεπεράσει με την απλή μέθοδο του δανεισμού. Με δεδομένες όμως τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές που επισημάναμε παραπάνω, οι αλήθειες αυτές δεν επενέργησαν ως καταλύτης παραγωγικών ενεργειών, παρά μάλλον ως καταλύτης αντεγκλήσεων, η στειρότητα των οποίων επέτεινε τη συλλογική αμηχανία και αβουλία. Πράγματι, για όποιον δεν είναι εξ επαγγέλματος και ιδιοτελώς υποχρεωμένος (λ.χ. ως πολιτικός) να τρέφει και να διαδίδει ψευδαισθήσεις, είναι προφανές ότι η χώρα βυθίζεται στον κοινωνικό λήθαργο και στη συλλογική απραξία, ήτοι η κοινωνική πράξη έχει υποκατασταθεί από αντανακλαστικές κινήσεις: το νευρόσπαστο κινείται κι αυτό, όμως δεν πράττει. Η αίσθηση της αποσύνθεσης είναι γενική και δεσπόζει σε όλες τις συζητήσεις [γράφει λίγα χρόνια μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά], ενώ η εξ ίσου διάχυτη δυσφορία εκτονώνεται όλο και ευκολότερα, όλο και συχνότερα σε προκλητική επιθετικότητα και επιδεικτική χυδαιότητα.»
Να κι άλλο ένα απόσπασμα, από το ίδιο εκτενές κείμενο:
«Οι απωθητικοί και αντισταθμιστικοί μηχανισμοί, με τη βοήθεια των οποίων η πολυδαίδαλη και πολυμήχανη νεοελληνική ψυχή παρακάμπτει τους εξευτελισμούς χωρίς ποτέ να τους υπερνικήσει κατά μέτωπο, είναι παλαιοί, δοκιμασμένοι και γνωστοί. Επειδή ο επαίτης κατάγεται, γεωγραφικά τουλάχιστον, από τον τόπο του Περικλή, πιστεύει ο ίδιος ότι δικαιούται να εμφανίζεται με χλαμύδα, τη λευκότητα της οποίας τίποτε, ούτε καν κατάφωρες παραχαράξεις και καταχρήσεις δεν θα μπορούσε να σπιλώσει. Παράλληλα, οι περιοδικές πατριωτικές εξάρσεις ή αψιθυμίες, από διάφορες αφορμές, επιτρέπουν την ψυχολογικά βολική υπερκάλυψη της εθνικά ολέθριας συλλογικής πρακτικής από το υψιπετές εθνικό φρόνημα. Της κοντόθωρης ευδαιμονιστικής δραστηριότητας, από το μετέωρο παραλήρημα. Επίσης καθιστούν δυνατή την ψευδαίσθηση της ομοψυχίας όταν οι ατομικές βλέψεις και οι προσωπικές επιδιώξεις στην πραγματικότητα αποκλίνουν τόσο, ώστε είναι πια δυσχερέστατο να συντονισθούν με καθοριστικό άξονα τις επιταγές μιας μακρόπνοης εθνικής πολιτικής· η κραυγαλέα επίδειξη ομοψυχίας [είναι η εποχή των διαδηλώσεων για το Μακεδονικό] υποκαθιστά έτσι την ύπαρξη πρακτικά δεσμευτικής και αποδοτικής ομογνωμίας πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και συγκεκριμένες λύσεις. Έτσι, ό,τι θα έπρεπε να αποτελεί ψυχολογικό θεμέλιο για την άσκηση εθνικής πολιτικής, μετατρέπεται σε ψυχολογικό άλλοθι για τη ματαίωση των προϋποθέσεων της, καθώς η διαρκής πατριωτική μέθη εμποδίζει μόνιμα τους ευτυχείς φορείς της να αποκρυσταλλώσουν τη ρητορική εθελοθυσία τους σε κοινές πραγματιστικές πολιτικές αποφάσεις, ήτοι σε μια κατανομή ευθυνών, εργασιών, προσφορών και απολαβών μέσα σ’ ένα μακρόχρονο και δεσμευτικό πρόγραμμα εθνικής επιβίωσης. Όσο περισσότερο η συζήτηση μετατοπίζεται από την κατεύθυνση τέτοιων αποφάσεων, τόσο γρηγορότερα η μέθη ξεθυμαίνει για να επικρατήσει και πάλι η ατομική ή «κλαδική» λογική του παρασιτικού καταναλωτισμού. Ως συνδετικός ιστός και ως κοινός παρανομαστής απομένει έτσι μια γαλανόλευκος πομφόλυξ.»
Τώρα που πήρα φόρα να κι ένα τρίτο:
«[...] Εδώ πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η συνήθης αντιπαράθεση των εκσυγχρονιστικών τάσεων προς την καλλιέργεια της παράδοσης είναι απλουστευτική και παραπλανητική. Μονάχα η ευόδωση της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας επιτρέπει την επιτυχή άμιλλα με άλλα έθνη και έτσι χαρίζει την αυτοπεποίθηση εκείνη, η οποία επιτρέπει την απροβλημάτιστη αναστροφή με την εθνική παράδοση και καθιστά ψυχολογικά περιττό τον πιθηκισμό. Αντίθετα η ανικανότητα ενός έθνους να συναγωνιστεί τα άλλα σε ό,τι σήμερα –καλώς ή κακώς- θεωρείται κεντρικό πεδίο της κοινωνικής δραστηριότητας θέτει σε κίνηση έναν διπλό υπεραναπληρωτικό μηχανισμό: τον πιθηκισμό ως προσπάθεια να υποκαταστήσεις με επιφάσεις ό,τι δεν κατέχεις ως ουσία και την παραδοσιολατρεία ως αντιστάθμισμα του πιθηκισμού. Απ’ αυτή την άποψη, ο πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός και ο κοσμοπολίτικος πιθηκισμός αποτελούν μεγέθη συμμετρικά και συναφή, όσο κι αν φαινομενικά εκπροσωπούν δύο κόσμους εχθρικούς μεταξύ τους.»
Το κείμενο εκδόθηκε το 1992. Οι υπογραμμίσεις είναι σχεδόν όλες δικές μου και έγιναν για να με διευκολύνουν προσωπικά στην ανάγνωση. Όσα είναι μέσα σε αγκύλες [] επίσης δικά μου.
extra: η σχέση μου με τον Κλαούζεβιτς.
Comments:
Χαίρομαι (για) τον διάλογο μαζί σου, χαίρομαι που υπάρχουν κι άλλα κείμενα του Κ. πέρα από εκείνο που ανθολογήθηκε την Παρασκευή.
Όμως το Hiroshima mon amour είναι μυθοπλασία και ασχολείται με το "συμβεβηκός", το Νύχτα και Ομίχλη δεν είναι μυθοπλασία και ασχολείται με το "καθόλου".
Όμως το Hiroshima mon amour είναι μυθοπλασία και ασχολείται με το "συμβεβηκός", το Νύχτα και Ομίχλη δεν είναι μυθοπλασία και ασχολείται με το "καθόλου".
Το κακό είναι ότι τα αποσπάσματα, αν και πολλές φορές ωφέλιμα, τις περισσότερες παραπλανούν. Η χαρά είναι αμοιβαία βεβαίως βεβαίως.
Το θέμα πάντως του Κ. είναι, κυρίως, οι προϋποθέσεις της Ισχύος. Έτσι νομίζω. Αυτό βοηθάει να απουσιάζει από όσα γράφει η ηθική (ή ο ηθικισμός αν προτιμάς). Η έλλειψη αυτή, άλλους τους σοκάρει κι άλλους (όπως εμένα) τους φρεσκάρει (sic).
Μια διευκρίνιση kuk. Τα εδώ παραθέματα ενισχύουν ή αντιστρατεύονται το κείμενο που παραθέτει ο χοιροβοσκός; Ισχυρίζεσαι ότι το εκεί παράθεμα-κολάζ είναι μια καλή στιγμή του διανοητή που την ανέγνωσε στρεβλά ο sraosha ή ότι ήταν μια άτυχη στιγμή του που ισοφαρίζεται από πλείστα άλλα αποσπάσματα όπως αυτά που παραθέτεις;
Εσύ τι λες αγαπητέ μου φίλε; Προσπάθησα να απαντήσω στο (υποθετικό τότε) ερώτημα σου με το πρώτο μου σχόλιο εδώ. Δεν τα κατάφερα φαίνεται. Θα παρατηρούσα πάντως ότι η σκέψη κάποιου δεν διασπάται σε μολυβένια στρατιωτάκια, που κατά διαστήματα παρατάσσονται από τους φιλοπαίγμονες αναγνώστες σε αντίπαλα στρατόπεδα. Και συνέπεια υπάρχει και συνέχεια. Θεωρώ όλα τα αποσπάσματα ευτυχείς στιγμές, με την έννοια ότι αξίζει τον κόπο να αποτελέσουν βάση για προσωπικό προβληματισμό. Και σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι η σκέψη του Κ. προσφέρεται για χρήση από εργολάβους ιδεών ή ποικίλα διαφημιστικά γραφεία. Λες να εισακουστώ; Δυστυχώς δεν είναι καλός σύμμαχος η επικαιρότητα. Μεγεθύνει υπέρμετρα ό,τι αμφιλεγόμενο διαθέτουν τα κείμενα και κατά συνέπεια στρεβλώνει και τη δική μας κριτική στάση απέναντί τους. Προσωπικά χάρηκα που θύμισε ο Χοιροβοσκός το καταραμένο επίμετρο του Κ. Αν μη τι άλλο για δυο-τρία σχόλια (μαζί κι εκείνο του Σρ.) που ενέπνευσε.
Επειδή δεν μπορώ να πω τα πράγματα με τον τρόπο που θέλω, δεν θα πω τίποτα.
Να σαι καλά. Ζήτω τα ευτυχή ερεθιστικά αποσπάσματα.
Να σαι καλά. Ζήτω τα ευτυχή ερεθιστικά αποσπάσματα.
Έχω την εντύπωση ότι τόσο στο κείμενο που παρέθεσε ο Χοιροβοσκός, όσο και στα αποσπάσματα που μας παρουσίασες εδώ, γίνεται εμφανές ότι για τον Κ. τα διλήμματα: Ειρηνιστικός ευδαιμονισμός ή ψυχική υπεραναπλήρωση καθώς και πτωχοπροδρομικός ελληνοκεντρισμός ή κοσμοπολίτικος πιθηκισμός είναι ουσιαστικά εύκολες υπεκφυγές. Αυτό δυστυχώς δεν είναι ευκολοχώνευτο και ούτε συμβαδίζει με την απλή ανθρώπινη ανάγκη του αυτοπροσδιορισμού αναφορικά με σαφείς αντίθετους πόλους.
Κάτι τέτοιο πρέπει να συμβαίνει. Δράττομαι της ευκαιρίας και παραθέτω μια ατάκα του Κ. από το ίδιο κείμενο:
«Για να περπατήσει κανείς πρέπει πρώτα-πρώτα να έχει πόδια· το πού, πώς και πότε θα πάει, δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων και δεν το καθορίζει πάντοτε ο ίδιος. Συχνότατα η σημερινή ελληνική εθνική πολιτική θυμίζει κάποιον ο οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσιμη στιγμή θα του φυτρώσουν φτερά.»
Η διαπίστωση αφορά εμμέσως μόνο την εξωτερική πολιτική. Ισχύει για κάθε τομέα της κρατικής-κοινωνικής δραστηριότητας εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας. Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει πάντα το πώς ξεφεύγει κανείς από μια τέτοια κατάσταση. Για τον Κ., προκειμένου να ξεφύγεις, κάθε μέσο θα ήταν ηθικά θεμιτό. Βέβαια τελικά θα ξεφύγεις θες-δε θες. Είτε δια της καταστροφής, είτε δια της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της εποχής σου. Είτε, κάτι που μου φαίνεται το πιθανότερο, από έναν συνδυασμό των δύο, λιγότερο ή περισσότερο παρατεταμένο (εδώ βέβαια τα χρονικά μεγέθη είναι αιώνες ή κλάσματα αιώνα).
Η διαπίστωση ότι «δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων» κανείς το «πού, πώς και πότε θα πάει» είναι επίσης κρίσιμη: Διαφοροποιεί ριζικά τη σκέψη του Κ. από τη σκέψη και τις προτάσεις των, λιγότερο η περισσότερο γραφικών, γκαγκά κάθε απόχρωσης.
*
«Για να περπατήσει κανείς πρέπει πρώτα-πρώτα να έχει πόδια· το πού, πώς και πότε θα πάει, δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων και δεν το καθορίζει πάντοτε ο ίδιος. Συχνότατα η σημερινή ελληνική εθνική πολιτική θυμίζει κάποιον ο οποίος δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει πόδια, πιστεύοντας ότι στην κρίσιμη στιγμή θα του φυτρώσουν φτερά.»
Η διαπίστωση αφορά εμμέσως μόνο την εξωτερική πολιτική. Ισχύει για κάθε τομέα της κρατικής-κοινωνικής δραστηριότητας εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας. Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει πάντα το πώς ξεφεύγει κανείς από μια τέτοια κατάσταση. Για τον Κ., προκειμένου να ξεφύγεις, κάθε μέσο θα ήταν ηθικά θεμιτό. Βέβαια τελικά θα ξεφύγεις θες-δε θες. Είτε δια της καταστροφής, είτε δια της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της εποχής σου. Είτε, κάτι που μου φαίνεται το πιθανότερο, από έναν συνδυασμό των δύο, λιγότερο ή περισσότερο παρατεταμένο (εδώ βέβαια τα χρονικά μεγέθη είναι αιώνες ή κλάσματα αιώνα).
Η διαπίστωση ότι «δεν το ξέρει πάντοτε εκ των προτέρων» κανείς το «πού, πώς και πότε θα πάει» είναι επίσης κρίσιμη: Διαφοροποιεί ριζικά τη σκέψη του Κ. από τη σκέψη και τις προτάσεις των, λιγότερο η περισσότερο γραφικών, γκαγκά κάθε απόχρωσης.
*
Εγώ ευχαριστώ πολύ για την συμμετοχή και τον διάλογο.
Είναι προσωπική μου εμπειρία (να σημειωθεί αυτό,όχι άποψη) ότι άν πάς
να θίξεις το ζωτικό ψεύδος του καθενός
είτε πολεμοχαρές είτε ειρηνιστικό..αμέσως γίνεσαι μισητός.
Αυτό θεωρώ ότι συνέβη και με τον Κονδύλη.
Είναι προσωπική μου εμπειρία (να σημειωθεί αυτό,όχι άποψη) ότι άν πάς
να θίξεις το ζωτικό ψεύδος του καθενός
είτε πολεμοχαρές είτε ειρηνιστικό..αμέσως γίνεσαι μισητός.
Αυτό θεωρώ ότι συνέβη και με τον Κονδύλη.
Και γίνεται βρε Γιώργο να ζήσεις τη ζωή χωρίς τα ζωτικά της ψεύδη; Να παρελάσεις ατάραχος, εκ των προτέρων σοφός; θα ευχόσουν κάτι τέτοιο;
Άσε που δεν μπορώ να βρω κάτι στη ζωή που να μη μοιάζει με ζωτικό ψεύδος. Όσο, μάλιστα, μεγαλύτερο το ψεύδος, τόσο μεγαλύτερη και η απόλαυση (πχ το μαλλί της γριάς, ο έρωτας, κοκ)
Άσε που δεν μπορώ να βρω κάτι στη ζωή που να μη μοιάζει με ζωτικό ψεύδος. Όσο, μάλιστα, μεγαλύτερο το ψεύδος, τόσο μεγαλύτερη και η απόλαυση (πχ το μαλλί της γριάς, ο έρωτας, κοκ)
Όπως πάντα thas, διάνα! Bingo, πώς το λέμε... Ο Κ. δεν κατακρίνει, δεν απορρίπτει τα «ζωτικά ψεύδη», κάθε άλλο... Τα αντιμετωπίζει ωστόσο «ατάραχος, εκ των προτέρων σοφός». Κι εμένα αυτό με σοκάρει. Ο καθείς, όμως, εφ ο ετάχθη.
θάνο,
Καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί πράγμα γράφεις.Ολοι έχουμε ζωτικά ψεύδη και μερικά μαλιστα όπως το φιλί μιας κοπέλλας ή το μαλλί της γριάς είναι και ευχάριστα και απαραίτητα ώς παρηγορία του βίου μας στην κοιλάδα του κλαυθμώνος.
Ομως το ζωτικό ψεύδος του θα φτιάξω καλύτερο τον κόσμο αφαιρώντας τον θάνο,τον κουκουζέλη ή τον χοιροβοσκό μας φέρνει μπροστά στο ερώτημα της απόκτησης Ισχύος.
Για να κερδίσεις επίσης το φιλί μιας κοπέλλας πρέπει να απεμπολήσεις την Ισχύ. Το ίδιο επίσης για να τρώς μαλλί της γριάς στην ηλικία μας...σα δε ντρέπεσαι μαντράχαλε;-)
Με καταλαβαίνεις σίγουρα τι εννοώ!
Καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί πράγμα γράφεις.Ολοι έχουμε ζωτικά ψεύδη και μερικά μαλιστα όπως το φιλί μιας κοπέλλας ή το μαλλί της γριάς είναι και ευχάριστα και απαραίτητα ώς παρηγορία του βίου μας στην κοιλάδα του κλαυθμώνος.
Ομως το ζωτικό ψεύδος του θα φτιάξω καλύτερο τον κόσμο αφαιρώντας τον θάνο,τον κουκουζέλη ή τον χοιροβοσκό μας φέρνει μπροστά στο ερώτημα της απόκτησης Ισχύος.
Για να κερδίσεις επίσης το φιλί μιας κοπέλλας πρέπει να απεμπολήσεις την Ισχύ. Το ίδιο επίσης για να τρώς μαλλί της γριάς στην ηλικία μας...σα δε ντρέπεσαι μαντράχαλε;-)
Με καταλαβαίνεις σίγουρα τι εννοώ!
Εγώ να εξαφανιστώ ως πρόσωπο κι εσείς ως bloggers! Mωρέ μπράβο δικαιοσύνη.
(Θα μου πεις τι αξία έχει η ζωή χωρίς blogging;)
Δημοσίευση σχολίου
(Θα μου πεις τι αξία έχει η ζωή χωρίς blogging;)